- νεοελληνική
- η новогреческий язык
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νεοελληνική Επιθεώρηση — Πολιτικό, οικονομικό και κοινωνιολογικό περιοδικό (1917 20). Ιδρύθηκε από τον Α. Πουρνάρα με έδρα την Αθήνα … Dictionary of Greek
-άδαινα — νεοελληνική ανδρωνυμική κατάληξη, θηλυκό ουσιαστικών που δηλώνουν επάγγελμα (πρβλ. την ανδρωνυμ. επαγγελμ. κατάληξη ού: μυλωνάς μυλωνού, κοσκινάς κοσκινού κ.λπ.), π.χ. η σύζυγος τού γαλατά, γαλατάδαινα τού αμαξά, αμαξάδαινα κ.λπ. Αναλογικά… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Φιλοσοφία και Σκέψη — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ Η φιλοσοφία ως κατανοητικός λόγος Όταν κανείς δοκιμάζει να προσεγγίσει την αρχαία ελληνική φιλοσοφία, πρωτίστως έρχεται αντιμέτωπος με το ερώτημα για τη γένεσή της. Πράγματι, η νέα ποιότητα των φιλοσοφικών θεωρήσεων της… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Τέχνη (Σύγχρονη) — Η ΕΙΚΑΣΤΙΚΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ Η ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΙΚΑΣΤΙΚΗ ΣΚΕΨΗ ΤΟΥ 19ου & ΤΟΥ 20ού αι. Εξετάζοντας την ελληνική εικαστική δημιουργία σήμερα, μπορούμε να καταλήξουμε στις εξής παραδοχές: α) παρουσιάζει έργα με μεγάλο… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Μουσική — ΑΡΧΑΙΑ ΛΥΡΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ Είναι γνωστό ότι η καταγωγική περιοχή της αρχαίας ελληνικής ποίησης βρίσκεται στις θρησκευτικές τελετουργίες. Ωστόσο, το κύριο σώμα της λυρικής ποίησης χαρακτηρίζεται από έναν ανεξάρτητο χαρακτήρα την εποχή κατά την οποία… … Dictionary of Greek
στιχουργική — Η επιστήμη που εξετάζει τον τρόπο της κατασκευής των στίχων, τους κανόνες δηλαδή σύμφωνα με τους οποίους γίνεται η σύνθεση των στίχων που απαρτίζουν ένα ποίημα. Οι κανόνες αυτοί αφορούν κυρίως τον αριθμό των συλλαβών, την τομή, την ομοιοκαταληξία … Dictionary of Greek
Τριανταφυλλίδης, Μανόλης — (Αθήνα 1883 – 1959). Έλληνας γλωσσολόγος. Μετά την αποφοίτησή του από το πανεπιστήμιο της Αθήνας συνέχισε τις σπουδές του στη Χαϊδελβέργη και στο Μόναχο, όπου το 1909 πήρε το διδακτορικό του δίπλωμα με την εργασία του Οι δάνειες λέξεις της… … Dictionary of Greek
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ — Aerts W. J. (1965), Periphrastica. An investigation into the use of είναι and έχειν as auxiliaries or pseudo – auxiliaries in Greek from Homer up to the present day, Amsterdam. Ανδριώτης Ν. (1971), Ετυμολογικό λεξικό της κοινής νεοελληνικής,… … Τα ρήματα της νέας ελληνικής
Griechische Diglossie — Als griechische Sprachfrage (griechisch glossiko zitima γλωσσικό ζήτημα, Kurzform to glossiko το γλωσσικό, auch [neu]griechische Sprachenfrage, [neu]griechischer Sprachenstreit) wird die Auseinandersetzung um die Frage bezeichnet, ob die… … Deutsch Wikipedia
Griechische Sprachenfrage — Als griechische Sprachfrage (griechisch glossiko zitima γλωσσικό ζήτημα, Kurzform to glossiko το γλωσσικό, auch [neu]griechische Sprachenfrage, [neu]griechischer Sprachenstreit) wird die Auseinandersetzung um die Frage bezeichnet, ob die… … Deutsch Wikipedia
Griechische Sprachfrage — Als griechische Sprachfrage (griechisch glossiko zitima γλωσσικό ζήτημα, Kurzform to glossiko το γλωσσικό, auch [neu]griechische Sprachenfrage, [neu]griechischer Sprachenstreit) wird die Auseinandersetzung um die Frage bezeichnet, ob die… … Deutsch Wikipedia